
Ευτυχία σε δόσεις: 1η δόση (ή αλλιώς, γιατί το λόττο δεν είναι η λύση!)
Αναλογιστήκατε ποτέ γιατί είναι σημαντικό να είμαστε ευτυχισμένοι; Καταρχήν οι περισσότεροι θα απαντούσαμε μάλλον ότι η ευτυχία εξ ορισμού μας κάνει να νιώθουμε ωραία. Αυτό είναι σίγουρο, αλλά επίσης μας κάνει να είμαστε πιο επιτυχημένοι τόσο στην προσωπική όσο και στην επαγγελματική μας ζωή. Εκτεταμένες έρευνες έχουν δείξει ότι η ευτυχία μας κάνει να είμαστε πιο κοινωνικοί, πιο ανιδιοτελής, να αρέσουμε πιο πολύ στον εαυτό μας και στους άλλους, να μπορούμε να λύνουμε τις διαφορές μας με τους γύρω μας πιο εύκολα και αποτελεσματικά και επίσης να έχουμε πιο δυνατό ανοσοποιητικό σύστημα πράγμα που σημαίνει ότι είμαστε πιο ανθεκτικοί στις αρρώστιες.
Συσσωρευτικά όλα αυτά οδηγούν τους ανθρώπους να έχουν καλύτερες σχέσεις, να βρίσκουν πολύ ικανοποιητικές δουλειές και να ζουν μακροβιότερες και πιο υγιείς ζωές. Με όλα αυτά τα ωραία της ευτυχίας δεν είναι παράξενο που όλοι μας θα θέλαμε ένα κομματάκι από την πίτα. Αν τώρα μας ρωτούσανε ποιος είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος να βρούμε την ευτυχία οι περισσότεροι από εμάς θα λέγαμε περισσότερα λεφτά.
Είναι όμως δυνατό να «αγοράσουμε» την ευτυχία ή μήπως οι οικονομικές μας φιλοδοξίες μας οδηγούν στην απόγνωση; Ερευνητές στην Αμερική επέλεξαν άτομα που είχαν κερδίσει το λόττο και τους σύγκριναν με άτομα που είχαν επιλεγεί τυχαία με βάση τον τηλεφωνικό κατάλογο. Η ερώτηση που τέθηκε και στις δύο ομάδες ήταν πόσο ευτυχισμένοι ένιωθαν και πόσο ευτυχισμένοι πίστευαν ότι θα ήταν στο μέλλον.
Επιπλέον ρωτήθηκαν πόση ικανοποίηση αντλούσαν από καθημερινές απολαύσεις όπως το να μιλάς με τον φίλο σου, να γελάς με ένα αστείο κτλ. Τα αποτελέσματα αποκάλυψαν μια σημαντική όψη της σχέσης χρήματος και ευτυχίας. Σε αντίθεση με το τι πιστεύει ο κόσμος, οι νικητές του λόττο δεν ήταν περισσότερο ή λιγότερο ευτυχισμένοι από τους υπόλοιπους και επίσης δεν διαφέρουν ούτε στο πόσο ευτυχισμένοι περίμεναν να είναι στο μέλλον.
Η μόνη διαφορά ήταν ότι αυτοί που δεν είχαν κερδίσει το λόττο βρέθηκε ότι αντλούσαν περισσότερη ικανοποίηση από τα απλά και καθημερινά πράγματα (αυτό ακούγεται πολύ ωραίο με την οικονομική κρίση που περνάμε και πιστέψτε με δεν είμαι δάκτυλος της κυβέρνησης!). Άλλες έρευνες επικεντρώθηκαν σε επίπεδο κρατών και μελέτησαν τους συσχετισμούς ανάμεσα στην ευτυχία των κατοίκων κάθε χώρας και το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (το γνωστό μας Α.Ε.Π).
Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας έδειξαν ότι από την στιγμή που η χώρα αποκτήσει ένα σχετικά ικανοποιητικό οικονομικό επίπεδο από εκεί και πέρα η οικονομική κατάσταση πάει να σχετίζεται με τα επίπεδα ευτυχίας και το ίδιο έχει βρεθεί να ισχύσει και για την σχέση μισθών και ευτυχίας σε ατομικό επίπεδο.
Με άλλα λόγια, όταν οι άνθρωποι είναι σε θέση να έχουν τα απαραίτητα προς το ζην μια αύξηση στο εισόδημα δεν συντελεί σε μία αντίστοιχη αύξηση της ευτυχίας. Γιατί συμβαίνει όμως αυτό; Μέρος της εξήγησης είναι ότι συνηθίζουμε πολύ εύκολα αυτά που έχουμε. Έτσι για παράδειγμα, ένα καινούργιο αμάξι μπορεί να μας κάνει να νιώθουμε ωραία για ένα μικρό χρονικό διάστημα αλλά σύντομα συνηθίζουμε στην αίσθηση που μας προσφέρει και έτσι ως αποτέλεσμα το επίπεδο της ικανοποίησης μας πέφτει στα επίπεδα που ήταν πριν την αγορά του αυτοκινήτου.
Αν λοιπόν τα λεφτά δεν φέρνουν την ευτυχία τότε ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να ευτυχίσουμε; Τα όχι και τόσο καλά νέα είναι ότι το 50% του συνολικού μας αισθήματος ευτυχίας είναι γενετικά προσδιορισμένο και άρα δεν είναι δυνατό να αλλάξει. Τα κάπως καλύτερα νέα είναι ότι το 10% του υπόλοιπου 50% καθορίζεται από τις συνθήκες της ζωής μας (μορφωτικό επίπεδο, εισόδημα, το αν είμαστε παντρεμένοι, χωρισμένοι ή ανύπαντροι, κτλ.) που είναι σχετικά δύσκολο να αλλάξουν αλλά παρόλα αυτά κάτω από τον έλεγχο μας.
Τα πολύ καλά νέα είναι ότι το 40% που μας απομένει προέρχεται από την καθημερινή μας συμπεριφορά και από τον τρόπο που σκεφτόμαστε για εμάς και τους άλλους. Με λίγη γνώση αυτό το αρκετά μεγάλο κομμάτι μπορεί να αλλάξει γρήγορα μέσα σε λίγα λεπτά. Το πώς μπορεί να γίνει αυτό τώρα θα αρχίσει να ξετιλίγεται στις επόμενες δόσεις ευτυχίας…μην τις χάσετε!
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πατρίδα της Κομοτηνής στις 9 Σεπτεμβρίου 2010